ἐλθόντ'

ἐλθόντ'
ἐλθόντα , ἔρχομαι
ibo
aor part act neut nom/voc/acc pl
ἐλθόντα , ἔρχομαι
ibo
aor part act masc acc sg
ἐλθόντι , ἔρχομαι
ibo
aor part act masc/neut dat sg
ἐλθόντε , ἔρχομαι
ibo
aor part act masc/neut nom/voc/acc dual

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • εξαπίνης — (Α ἐξαπίνης και δωρ. και αιολ. τ. ἐξαπίνας) ξαφνικά, αιφνίδια, απροσδόκητα, απρόβλεπτα («θῆρε δύω... ἐλθόντ ἐξαπίνης», Ομ. Ιλ.). [ΕΤΥΜΟΛ. Λέξη άγνωστης ετυμολ. Εμφανίζει όμοιο σχηματισμό με το επίρρημα εξαίφνης, ενώ η ετυμολογική σύνδεσή του με… …   Dictionary of Greek

  • εφέστιος — ἐφέστιος, ον, ιων. τ. ἐπίστιος, ον και ἐφίστιος, ον (Α) 1. αυτός που βρίσκεται στην εστία, στο σπίτι του (α. «ἐλθὼν ἀπολέσθαι ἐφέστιος», Ομ. Οδ. β. «Τρῶες ἐφέστιοι ὅσσοι ἔασιν» όσοι Τρώες βρίσκονται στα σπίτια τους, Ομ. Ιλ.) 2. για ικέτες που… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”